- συνδιαλύειν
- συνδιαλύωhelp in putting an end topres inf act (attic epic)συνδιαλύ̱ειν , συνδιαλύωhelp in putting an end topres inf act (attic epic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
συνδιαλύω — ΜΑ παθ. συνδιαλύομαι α) διαλύομαι μαζί η ταυτόχρονα με άλλον β) καταλύομαι ταυτόχρονα με άλλον αρχ. 1. καταπαύω κάτι μαζί με άλλον («τὰς διὰ τύχην αὐτῷ γεγενημένας ταραχὰς συνδιαλύειν ἐπιχειροῡμεν», Ισοκρ.) 2. μέσ. συνεισφέρω και εγώ στην… … Dictionary of Greek